Ψυχική ανθεκτικότητα: Παράγοντες ανάπτυξης και επικινδυνότητας
Η πλειοψηφία των ανθρώπων έρχεται αντιμέτωπη με στρεσογόνες καταστάσεις και αντιξοότητες κατά την διάρκεια της ζωής του και εκτίθεται τουλάχιστον
ΠερισσότεραΗ πλειοψηφία των ανθρώπων έρχεται αντιμέτωπη με στρεσογόνες καταστάσεις και αντιξοότητες κατά την διάρκεια της ζωής του και εκτίθεται τουλάχιστον
ΠερισσότεραΗ διαταραχή ελλειμματικής προσοχής και/ ή υπερκινητικότητας (ΔΕΠ/Υ) είναι μια νευροαναπτυξιακή διαταραχή που ξεκινά στην παιδική ηλικία και παραμένει στην
ΠερισσότεραΟ σχολικός εκφοβισμός και η θυματοποίηση από συνομηλίκους αποτελεί ένα πρόβλημα, το οποίο αντιμετωπίζουν παιδιά και έφηβοι εντός, αλλά και
ΠερισσότεραΗ νευρωτική ζηλοτυπία – αντίθετα με τη φυσιολογική ζηλοτυπία που είναι μια ανάλογη αντίδραση απέναντι στον κίνδυνο να χάσουμε τον άλλο – υπαγορεύεται από τον διαρκή φόβο της απώλειας της συντροφιάς ή της αγάπης ενός ανθρώπου.
Η ζηλοτυπία μπορεί να εμφανιστεί σε κάθε ανθρώπινη σχέση – από την πλευρά των γονέων απέναντι στα παιδιά, όταν αυτά έχουν δικούς τους φίλους ή παντρεύονται, από την πλευρά των παιδιών απέναντι στους γονείς τους, ανάμεσα στους συζύγους, και σε κάθε σχέση αγάπης. Η σχέση του θεραπευόμενου προς τον ψυχαναλυτή δεν αποτελεί εξαίρεση. Εκφράζεται με υπερβολική ευαισθησία για το ότι ο ψυχαναλυτής βλέπει και άλλους ασθενείς ή απέναντι στην απλή αναφορά του ονόματος ενός άλλου ασθενούς. Το κίνητρο εδώ είναι: «Πρέπει να αγαπάς μόνο εμένα».
Η υπερβολική ζηλοτυπία βασίζεται συχνά στην παιδική ζηλοτυπία απέναντι στα αδέλφια ή σε έναν από τους γονείς. Ο ανταγωνισμός ανάμεσα στα αδέλφια, ή σε έναν νεογέννητο αδελφό, εξαφανίζονται συνήθως, μόλις το ζηλότυπο παιδί διαβεβαιωθεί πως δεν πρόκειται να χάσει την αγάπη και την προσοχή των γονιών του. Μια υπερβολική ζηλοτυπία που αναπτύχθηκε στην παιδική ηλικία και δεν υπερνικήθηκε ποτέ, μπορεί να δημιουργεί μια ακόρεστη ανάγκη για αγάπη.
Στην ψυχαναλυτική βιβλιογραφία αναφλερεται πώς μια ενήλικη γυναίκα είναι ζηλότυπη απέναντι στον σύζυγό της, επειδή σαν παιδί ήταν ζηλότυπη απέναντι στη μητέρα της. Ο ισχυρισμός αυτός δεν μου φαίνεται βάσιμος. Η αυξημένη ζηλοτυπία, που παρατηρούμε στη σχέση ενός παιδιού προς τους γονείς του ή τα αδέλφια του, δεν είναι η κύρια αιτία για την κατοπινή ζηλοτυπία, προέρχονται όμως και οι δύο από την ίδια πηγή.
Η απαίτηση για αγάπη άνευ όρων, εκφράζεται συνήθως με τη μορφή: «Θέλω να με αγαπούν γι’ αυτό που είμαι και για ό,τι κάνω». Σίγουρα η ανάγκη να μας αγαπούν γι’ αυτό που είμαστε, δεν είναι σε κανέναν μας ξένη. Η νευρωτική όμως επιθυμία για αγάπη άνευ όρων είναι πολύ πιο πλατιά απο μια απλή επιθυμία και είναι αδύνατο να εκπληρωθεί.
Αυτή η απαίτηση περικλείει αρχικά την επιθυμία του ατόμου να τον αγαπούν χωρίς αυτός να καταβάλλει ιδιαίτερη προσπάθεια. Αυτή η επιθυμία είναι αναγκαστικά κάτι σαν διασφάλιση και γι’ αυτό έχει έναν ευνόητο φόβο ότι ο άλλος θα απομακρυνθεί ή θα θυμώσει μόλις αντιληφθεί την εχθρικότητά του.
Η απαίτησή του περιέχει επίσης την επιθυμία να τον αγαπούν χωρίς οι άλλοι να έχουν κάποιο όφελος. Αυτή η επιθυμία είναι αναγκαία, γιατί το όφελος ή το πλεονέκτημα που θα μπορούσε να έχει ο άλλος, θα ξυπνούσε αμέσως τη δυσπιστία του ότι ο άλλος τον αγαπά μόνο γι’αυτούς τούς λόγους.
Η απαίτηση για απεριόριστη αγάπη περιέχει τελικά και την επιθυμία του ατόμου να τον αγαπούν με θυσίες. Μόνο όταν ο άλλος θυσιάζει τα πάντα, είναι ο ασθενής σίγουρος πως τον αγαπά. Ο ίδιος έχει βαθιά πεποίθηση πως δεν μπορεί να ζήσει με τα δικά του μέσα και πως όλα πρέπει να του δοθούν από τους άλλους. Γι’ αυτό η παραίτηση από την απαίτησή του για απεριόριστη αγάπη προϋποθέτει αλλαγή ολόκληρης της στάσης του απέναντι στη ζωή.
Απόσπασμα απο κείμενο του θεραπευτή Δρ. Πωλ Χωκ
Η νευρωτική ζηλοτυπία – αντίθετα με τη φυσιολογική ζηλοτυπία που είναι μια ανάλογη αντίδραση απέναντι στον κίνδυνο να χάσουμε τον άλλο – υπαγορεύεται από τον διαρκή φόβο της απώλειας της συντροφιάς ή της αγάπης ενός ανθρώπου.
Η ζηλοτυπία μπορεί να εμφανιστεί σε κάθε ανθρώπινη σχέση – από την πλευρά των γονέων απέναντι στα παιδιά, όταν αυτά έχουν δικούς τους φίλους ή παντρεύονται, από την πλευρά των παιδιών απέναντι στους γονείς τους, ανάμεσα στους συζύγους, και σε κάθε σχέση αγάπης. Η σχέση του θεραπευόμενου προς τον ψυχαναλυτή δεν αποτελεί εξαίρεση. Εκφράζεται με υπερβολική ευαισθησία για το ότι ο ψυχαναλυτής βλέπει και άλλους ασθενείς ή απέναντι στην απλή αναφορά του ονόματος ενός άλλου ασθενούς. Το κίνητρο εδώ είναι: «Πρέπει να αγαπάς μόνο εμένα».
Η υπερβολική ζηλοτυπία βασίζεται συχνά στην παιδική ζηλοτυπία απέναντι στα αδέλφια ή σε έναν από τους γονείς. Ο ανταγωνισμός ανάμεσα στα αδέλφια, ή σε έναν νεογέννητο αδελφό, εξαφανίζονται συνήθως, μόλις το ζηλότυπο παιδί διαβεβαιωθεί πως δεν πρόκειται να χάσει την αγάπη και την προσοχή των γονιών του. Μια υπερβολική ζηλοτυπία που αναπτύχθηκε στην παιδική ηλικία και δεν υπερνικήθηκε ποτέ, μπορεί να δημιουργεί μια ακόρεστη ανάγκη για αγάπη.
Στην ψυχαναλυτική βιβλιογραφία αναφλερεται πώς μια ενήλικη γυναίκα είναι ζηλότυπη απέναντι στον σύζυγό της, επειδή σαν παιδί ήταν ζηλότυπη απέναντι στη μητέρα της. Ο ισχυρισμός αυτός δεν μου φαίνεται βάσιμος. Η αυξημένη ζηλοτυπία, που παρατηρούμε στη σχέση ενός παιδιού προς τους γονείς του ή τα αδέλφια του, δεν είναι η κύρια αιτία για την κατοπινή ζηλοτυπία, προέρχονται όμως και οι δύο από την ίδια πηγή.
Η απαίτηση για αγάπη άνευ όρων, εκφράζεται συνήθως με τη μορφή: «Θέλω να με αγαπούν γι’ αυτό που είμαι και για ό,τι κάνω». Σίγουρα η ανάγκη να μας αγαπούν γι’ αυτό που είμαστε, δεν είναι σε κανέναν μας ξένη. Η νευρωτική όμως επιθυμία για αγάπη άνευ όρων είναι πολύ πιο πλατιά απο μια απλή επιθυμία και είναι αδύνατο να εκπληρωθεί.
Αυτή η απαίτηση περικλείει αρχικά την επιθυμία του ατόμου να τον αγαπούν χωρίς αυτός να καταβάλλει ιδιαίτερη προσπάθεια. Αυτή η επιθυμία είναι αναγκαστικά κάτι σαν διασφάλιση και γι’ αυτό έχει έναν ευνόητο φόβο ότι ο άλλος θα απομακρυνθεί ή θα θυμώσει μόλις αντιληφθεί την εχθρικότητά του.
Η απαίτησή του περιέχει επίσης την επιθυμία να τον αγαπούν χωρίς οι άλλοι να έχουν κάποιο όφελος. Αυτή η επιθυμία είναι αναγκαία, γιατί το όφελος ή το πλεονέκτημα που θα μπορούσε να έχει ο άλλος, θα ξυπνούσε αμέσως τη δυσπιστία του ότι ο άλλος τον αγαπά μόνο γι’αυτούς τούς λόγους.
Η απαίτηση για απεριόριστη αγάπη περιέχει τελικά και την επιθυμία του ατόμου να τον αγαπούν με θυσίες. Μόνο όταν ο άλλος θυσιάζει τα πάντα, είναι ο ασθενής σίγουρος πως τον αγαπά. Ο ίδιος έχει βαθιά πεποίθηση πως δεν μπορεί να ζήσει με τα δικά του μέσα και πως όλα πρέπει να του δοθούν από τους άλλους. Γι’ αυτό η παραίτηση από την απαίτησή του για απεριόριστη αγάπη προϋποθέτει αλλαγή ολόκληρης της στάσης του απέναντι στη ζωή.
Απόσπασμα απο κείμενο του θεραπευτή Δρ. Πωλ Χωκ