Ψυχική ανθεκτικότητα: Παράγοντες ανάπτυξης και επικινδυνότητας
Η πλειοψηφία των ανθρώπων έρχεται αντιμέτωπη με στρεσογόνες καταστάσεις και αντιξοότητες κατά την διάρκεια της ζωής του και εκτίθεται τουλάχιστον
ΠερισσότεραΗ πλειοψηφία των ανθρώπων έρχεται αντιμέτωπη με στρεσογόνες καταστάσεις και αντιξοότητες κατά την διάρκεια της ζωής του και εκτίθεται τουλάχιστον
ΠερισσότεραΗ διαταραχή ελλειμματικής προσοχής και/ ή υπερκινητικότητας (ΔΕΠ/Υ) είναι μια νευροαναπτυξιακή διαταραχή που ξεκινά στην παιδική ηλικία και παραμένει στην
ΠερισσότεραΟ σχολικός εκφοβισμός και η θυματοποίηση από συνομηλίκους αποτελεί ένα πρόβλημα, το οποίο αντιμετωπίζουν παιδιά και έφηβοι εντός, αλλά και
ΠερισσότεραΦαίνεται πως οι γυναίκες έχουν δύο με τρεις φορές περισσότερες πιθανότητες να εμφανίσουν κατάθλιψη σε σχέση με τους άντρες. Διάφορες θεωρίες προτάθηκαν για να εξηγήσουμε αυτό το φαινόμενο.
Η βιολογική προσέγγιση:
Σύμφωνα με την άποψη αυτή, η αυξημένη συχνότητα εμφάνισης της κατάθλιψης στις γυναίκες οφείλεται σε διαφορές στο σύστημα αναπαραγωγής – δηλαδή στα επίπεδα ορισμένων ορμονών. Με άλλα λόγια, εγκέφαλος των γυναικών είναι διαφορετικός από τον αντίστοιχο των ανδρών και αυτό αυξάνει την πιθανότητα εμφάνισης κατάθλιψης. Πρόσφατες έρευνες δείχνουν ότι η επεξεργασία των πληροφοριών που έχουν σχέση με συναισθήματα γίνεται με διαφορετικό τρόπο στον εγκέφαλο των δύο φύλων – παρότι δεν γνωρίζουμε αν αυτό αυξάνει την πιθανότητα εκδήλωσης κατάθλιψης.
Η ψυχολογική προσέγγιση:
Σύμφωνα με την άποψη αυτή, η αυξημένη συχνότητα εμφάνισης της κατάθλιψης στις γυναίκες οφείλεται στον τρόπο κοινωνικοποίησής τους. Οι γυναίκες ανατρέφονται έτσι ώστε να είναι πιο δεκτικές και υποτακτικές, να παρέχουν φροντίδα και, συγκριτικά με τους άντρες, να είναι λιγότερο διεκδικητικές ή ανταγωνιστικές. Η συχνότητα σεξουαλικής κακοποίησης είναι μεγαλύτερη στις γυναίκες από ότι στους άνδρες. Εκτός αυτού, ο τρόπος ερμηνείας και αντιμετώπισης των αρνητικών γεγονότων της ζωής είναι διαφορετικός στα δύο φύλα (π.χ. οι γυναίκες είναι πιο πιθανό να εστιάζουν στα συναισθήματά τους και να κατηγορήσουν τον εαυτό τους όταν αντιμετωπίζουν κάποιο πρόβλημα στις σχέσεις τους). Οι γυναίκες λοιπόν βρίσκονται σε μεγαλύτερη επαφή με τα συναισθήματά τους, είναι περισσότερο ικανές να εκφράσουν συναισθήματα θλίψης και δυστυχίας και έχουν πιο μεγάλη ανάγκη για εγγύτητα. Οι γυναίκες μελαγχολούν περισσότερο όταν είναι δυστυχισμένες.
Οι άνδρες πάλι είναι πιθανότερο να κατηγορήσουν τους άλλους για τα προβλήματά τους και να δυσκολεύονται να αναγνωρίσουν και να εκφράσουν τα συναισθήματα θλίψης (π.χ. έχουν πεποιθήσεις όπως “οι άντρες δεν κλαίνε”, οπότε η ανάγκη για στοργή και εγγύτητα θεωρείται ένδειξη αδυναμίας κλπ). Όταν αντιμετωπίζουν συναισθηματικά προβλήματα, είναι πιθανότερο να γίνουν πιο επιθετικοί.
Η κοινωνιολογική προσέγγιση:
Σύμφωνα με την άποψη αυτή, οι διαφορές που παρατηρούνται στη συχνότητα εμφάνισης της κατάθλιψης οφείλονται στις κοινωνικές ευκαιρίες και στον κοινωνικό ρόλο του φύλου. Οι γυναίκες είναι περισσότερο πιθανό να κατέχουν κατώτερες ιεραρχικά θέσεις στην κοινωνία και στην οικογένεια, να είναι περιορισμένος στο σπίτι και να υπόκεινται στην ανδρική κυριαρχία (π.χ. κακοποίηση). Ο γάμος δεν βοηθά, ειδικά όταν τις υποχρεώνει να παραμείνουν σε ιεραρχικά κατώτερος θέσεις, με μειωμένες ευκαιρίες για κοινωνικές επαφές και για ανάληψη σημαντικών κοινωνικών ρόλων έξω από το σπίτι.
Η διαφορά στη συχνότητα της κατάθλιψης οφείλεται γενικά σε ένα συνδυασμό όλων των προαναφερθέντων παραγόντων.
Πηγή: “Ξεπερνώντας την κατάθλιψη” – ένας οδηγός αυτοβοήθειας με Γνωσιακές-Συμπεριφοριστικές τεχνικές.
Τόμος Α. Paul Gilbert
Φαίνεται πως οι γυναίκες έχουν δύο με τρεις φορές περισσότερες πιθανότητες να εμφανίσουν κατάθλιψη σε σχέση με τους άντρες. Διάφορες θεωρίες προτάθηκαν για να εξηγήσουμε αυτό το φαινόμενο.
Η βιολογική προσέγγιση:
Σύμφωνα με την άποψη αυτή, η αυξημένη συχνότητα εμφάνισης της κατάθλιψης στις γυναίκες οφείλεται σε διαφορές στο σύστημα αναπαραγωγής – δηλαδή στα επίπεδα ορισμένων ορμονών. Με άλλα λόγια, εγκέφαλος των γυναικών είναι διαφορετικός από τον αντίστοιχο των ανδρών και αυτό αυξάνει την πιθανότητα εμφάνισης κατάθλιψης. Πρόσφατες έρευνες δείχνουν ότι η επεξεργασία των πληροφοριών που έχουν σχέση με συναισθήματα γίνεται με διαφορετικό τρόπο στον εγκέφαλο των δύο φύλων – παρότι δεν γνωρίζουμε αν αυτό αυξάνει την πιθανότητα εκδήλωσης κατάθλιψης.
Η ψυχολογική προσέγγιση:
Σύμφωνα με την άποψη αυτή, η αυξημένη συχνότητα εμφάνισης της κατάθλιψης στις γυναίκες οφείλεται στον τρόπο κοινωνικοποίησής τους. Οι γυναίκες ανατρέφονται έτσι ώστε να είναι πιο δεκτικές και υποτακτικές, να παρέχουν φροντίδα και, συγκριτικά με τους άντρες, να είναι λιγότερο διεκδικητικές ή ανταγωνιστικές. Η συχνότητα σεξουαλικής κακοποίησης είναι μεγαλύτερη στις γυναίκες από ότι στους άνδρες. Εκτός αυτού, ο τρόπος ερμηνείας και αντιμετώπισης των αρνητικών γεγονότων της ζωής είναι διαφορετικός στα δύο φύλα (π.χ. οι γυναίκες είναι πιο πιθανό να εστιάζουν στα συναισθήματά τους και να κατηγορήσουν τον εαυτό τους όταν αντιμετωπίζουν κάποιο πρόβλημα στις σχέσεις τους). Οι γυναίκες λοιπόν βρίσκονται σε μεγαλύτερη επαφή με τα συναισθήματά τους, είναι περισσότερο ικανές να εκφράσουν συναισθήματα θλίψης και δυστυχίας και έχουν πιο μεγάλη ανάγκη για εγγύτητα. Οι γυναίκες μελαγχολούν περισσότερο όταν είναι δυστυχισμένες.
Οι άνδρες πάλι είναι πιθανότερο να κατηγορήσουν τους άλλους για τα προβλήματά τους και να δυσκολεύονται να αναγνωρίσουν και να εκφράσουν τα συναισθήματα θλίψης (π.χ. έχουν πεποιθήσεις όπως “οι άντρες δεν κλαίνε”, οπότε η ανάγκη για στοργή και εγγύτητα θεωρείται ένδειξη αδυναμίας κλπ). Όταν αντιμετωπίζουν συναισθηματικά προβλήματα, είναι πιθανότερο να γίνουν πιο επιθετικοί.
Η κοινωνιολογική προσέγγιση:
Σύμφωνα με την άποψη αυτή, οι διαφορές που παρατηρούνται στη συχνότητα εμφάνισης της κατάθλιψης οφείλονται στις κοινωνικές ευκαιρίες και στον κοινωνικό ρόλο του φύλου. Οι γυναίκες είναι περισσότερο πιθανό να κατέχουν κατώτερες ιεραρχικά θέσεις στην κοινωνία και στην οικογένεια, να είναι περιορισμένος στο σπίτι και να υπόκεινται στην ανδρική κυριαρχία (π.χ. κακοποίηση). Ο γάμος δεν βοηθά, ειδικά όταν τις υποχρεώνει να παραμείνουν σε ιεραρχικά κατώτερος θέσεις, με μειωμένες ευκαιρίες για κοινωνικές επαφές και για ανάληψη σημαντικών κοινωνικών ρόλων έξω από το σπίτι.
Η διαφορά στη συχνότητα της κατάθλιψης οφείλεται γενικά σε ένα συνδυασμό όλων των προαναφερθέντων παραγόντων.
Πηγή: “Ξεπερνώντας την κατάθλιψη” – ένας οδηγός αυτοβοήθειας με Γνωσιακές-Συμπεριφοριστικές τεχνικές.
Τόμος Α. Paul Gilbert