Ψυχική ανθεκτικότητα: Παράγοντες ανάπτυξης και επικινδυνότητας
Η πλειοψηφία των ανθρώπων έρχεται αντιμέτωπη με στρεσογόνες καταστάσεις και αντιξοότητες κατά την διάρκεια της ζωής του και εκτίθεται τουλάχιστον
ΠερισσότεραΗ πλειοψηφία των ανθρώπων έρχεται αντιμέτωπη με στρεσογόνες καταστάσεις και αντιξοότητες κατά την διάρκεια της ζωής του και εκτίθεται τουλάχιστον
ΠερισσότεραΗ διαταραχή ελλειμματικής προσοχής και/ ή υπερκινητικότητας (ΔΕΠ/Υ) είναι μια νευροαναπτυξιακή διαταραχή που ξεκινά στην παιδική ηλικία και παραμένει στην
ΠερισσότεραΟ σχολικός εκφοβισμός και η θυματοποίηση από συνομηλίκους αποτελεί ένα πρόβλημα, το οποίο αντιμετωπίζουν παιδιά και έφηβοι εντός, αλλά και
ΠερισσότεραΗ καθημερινή ενασχόληση με την προσωπική υγιεινή και ο τακτικός έλεγχος της υγείας μας είναι θεμελιώδεις για την φροντίδα του εαυτού μας. Πότε όμως η ενασχόληση αυτή ξεπερνάει τα όρια του ‘φυσιολογικού’ και αποκτά παθολογικό χαρακτήρα; Τότε κάνουμε λόγο για την Υποχονδρίαση, μία σωματόμορφη διαταραχή, στοιχεία της οποίας μπορεί να εμφανιστούν και σε άλλες διαταραχές, ως σύμπτωμα ιδεοψυχαναγκαστικής, ως χαρακτηριστικό προσωπικότητας ή σε άλλες μορφές ψυχοπαθολογίας (σχιζοφρένεια, μείζονα κατάθλιψη κ.α.).
Ο υποχονδριακός ασθενής ασχολείται έντονα με τις σωματικές του λειτουργίες και διάφορα σωματικά συμπτώματα παρερμηνεύοντας τη σημασία και τη βαρύτητά τους. Έτσι, φοβούμενος και σχεδόν πεπεισμένος ότι πάσχει από σοβαρή σωματική νόσο, επισκέπτεται ιατρούς διαφόρων ειδικοτήτων και υποβάλλεται σε συχνές εξετάσεις.
Δεν είναι πλήρως ξεκάθαροι οι παράγοντες που ευθύνονται για την ανάπτυξη της διαταραχής. Παρατηρείται συχνά οι ασθενείς να προέρχονται από γονείς που είχαν αντίστοιχα μεγάλη ανησυχία για θέματα υγείας. Mία παρελθοντική εμπειρία ασθένειας είναι επίσης αρκετή για να δημιουργήσει φόβο στην μετέπειτα ζωή του ατόμου. Συμπληρωματικά, η αδυναμία να ερμηνεύσουμε σωστά τα σωματικά μας συμπτώματα, πολλές φορές μπορεί να μας οδηγήσει στην πεποίθηση ότι κάθε σωματική ενόχληση είναι επιβλαβής για την υγεία μας.
Έτσι λοιπόν, το παραμικρό σύμπτωμα (πονοκέφαλος, ερυθρότητα) εκλαμβάνεται ως απειλητικό για την ζωή του ασθενούς. Παρά την καθησύχαση των ειδικών, ο ασθενής δεν φαίνεται να ικανοποιείται και σύντομα υποβάλλεται σε περαιτέρω ελέγχους. Παράλληλα, για την διατήρηση της υγείας υιοθετεί αυστηρές διατροφικές συνήθειες παρακολουθώντας σχολαστικά κάθε θρεπτικό στοιχείο που προσλαμβάνει και λαμβάνοντας επιπλέον βιταμίνες, συμπληρώματα διατροφής και φυτικά προϊόντα. Παρουσιάζει υπερευαισθησία σε διάφορα φάρμακα και τροφές, και παραπονείται συνεχώς για διάφορα συμπτώματα που μπορεί να τον απασχολούν.
Η υποχονδρίαση κατακλύζει με άγχος και δυσφορία τον ασθενή σε βαθμό που επηρεάζει την λειτουργικότητά του. Αποφεύγει χώρους και καταστάσεις που μπορεί να θέσουν σε κίνδυνο την υγεία του και είναι ιδιαίτερα προσεκτικός όταν βρίσκεται σε ‘επίφοβες’ καταστάσεις. Σύντομα, η συνεχής ανησυχία εμποδίζει τον ασθενή να αντλήσει ικανοποίηση από οποιοδήποτε γεγονός της καθημερινότητάς του, αφού θέματα υγείας και αρρώστιας μονοπωλούν το ενδιαφέρον και τις συζητήσεις του.
Για την αντιμετώπιση της διαταραχής προτείνεται συνήθως συνδυασμός φαρμακευτικής αγωγής και ψυχοθεραπείας. Συνήθως χορηγούνται αντικαταθλιπτικά και αγχολυτικά φάρμακα για την μείωση των συμπτωμάτων. Παράλληλα, με την ψυχοθεραπεία εντοπίζονται οι στρεβλωμένες αντιλήψεις σχετικά με τα σωματικά συμπτώματα και αλλάζει ο τρόπος ερμηνείας τους. Ο ασθενής μαθαίνει να ακούει το σώμα του και να επεξεργάζεται τις ανησυχίες του, προσπαθώντας έτσι να διαχειριστεί το άγχος. Σταδιακά, εντοπίζονται οι βαθύτερες ανάγκες που κρύβονται πίσω από την υποχονδρίαση και αντιμετωπίζονται άλλα ψυχικά προβλήματα (πχ. Κατάθλιψη). Ενώ οι συμπεριφορές αποφυγής ή επαναλαμβανόμενου έλεγχου μειώνονται, δίνεται έμφαση στη βελτίωση του τρόπου ζωής και την επαναφορά της κοινωνικής λειτουργικότητας του ατόμου.
Η καθημερινή ενασχόληση με την προσωπική υγιεινή και ο τακτικός έλεγχος της υγείας μας είναι θεμελιώδεις για την φροντίδα του εαυτού μας. Πότε όμως η ενασχόληση αυτή ξεπερνάει τα όρια του ‘φυσιολογικού’ και αποκτά παθολογικό χαρακτήρα; Τότε κάνουμε λόγο για την Υποχονδρίαση, μία σωματόμορφη διαταραχή, στοιχεία της οποίας μπορεί να εμφανιστούν και σε άλλες διαταραχές, ως σύμπτωμα ιδεοψυχαναγκαστικής, ως χαρακτηριστικό προσωπικότητας ή σε άλλες μορφές ψυχοπαθολογίας (σχιζοφρένεια, μείζονα κατάθλιψη κ.α.).
Ο υποχονδριακός ασθενής ασχολείται έντονα με τις σωματικές του λειτουργίες και διάφορα σωματικά συμπτώματα παρερμηνεύοντας τη σημασία και τη βαρύτητά τους. Έτσι, φοβούμενος και σχεδόν πεπεισμένος ότι πάσχει από σοβαρή σωματική νόσο, επισκέπτεται ιατρούς διαφόρων ειδικοτήτων και υποβάλλεται σε συχνές εξετάσεις.
Δεν είναι πλήρως ξεκάθαροι οι παράγοντες που ευθύνονται για την ανάπτυξη της διαταραχής. Παρατηρείται συχνά οι ασθενείς να προέρχονται από γονείς που είχαν αντίστοιχα μεγάλη ανησυχία για θέματα υγείας. Mία παρελθοντική εμπειρία ασθένειας είναι επίσης αρκετή για να δημιουργήσει φόβο στην μετέπειτα ζωή του ατόμου. Συμπληρωματικά, η αδυναμία να ερμηνεύσουμε σωστά τα σωματικά μας συμπτώματα, πολλές φορές μπορεί να μας οδηγήσει στην πεποίθηση ότι κάθε σωματική ενόχληση είναι επιβλαβής για την υγεία μας.
Έτσι λοιπόν, το παραμικρό σύμπτωμα (πονοκέφαλος, ερυθρότητα) εκλαμβάνεται ως απειλητικό για την ζωή του ασθενούς. Παρά την καθησύχαση των ειδικών, ο ασθενής δεν φαίνεται να ικανοποιείται και σύντομα υποβάλλεται σε περαιτέρω ελέγχους. Παράλληλα, για την διατήρηση της υγείας υιοθετεί αυστηρές διατροφικές συνήθειες παρακολουθώντας σχολαστικά κάθε θρεπτικό στοιχείο που προσλαμβάνει και λαμβάνοντας επιπλέον βιταμίνες, συμπληρώματα διατροφής και φυτικά προϊόντα. Παρουσιάζει υπερευαισθησία σε διάφορα φάρμακα και τροφές, και παραπονείται συνεχώς για διάφορα συμπτώματα που μπορεί να τον απασχολούν.
Η υποχονδρίαση κατακλύζει με άγχος και δυσφορία τον ασθενή σε βαθμό που επηρεάζει την λειτουργικότητά του. Αποφεύγει χώρους και καταστάσεις που μπορεί να θέσουν σε κίνδυνο την υγεία του και είναι ιδιαίτερα προσεκτικός όταν βρίσκεται σε ‘επίφοβες’ καταστάσεις. Σύντομα, η συνεχής ανησυχία εμποδίζει τον ασθενή να αντλήσει ικανοποίηση από οποιοδήποτε γεγονός της καθημερινότητάς του, αφού θέματα υγείας και αρρώστιας μονοπωλούν το ενδιαφέρον και τις συζητήσεις του.
Για την αντιμετώπιση της διαταραχής προτείνεται συνήθως συνδυασμός φαρμακευτικής αγωγής και ψυχοθεραπείας. Συνήθως χορηγούνται αντικαταθλιπτικά και αγχολυτικά φάρμακα για την μείωση των συμπτωμάτων. Παράλληλα, με την ψυχοθεραπεία εντοπίζονται οι στρεβλωμένες αντιλήψεις σχετικά με τα σωματικά συμπτώματα και αλλάζει ο τρόπος ερμηνείας τους. Ο ασθενής μαθαίνει να ακούει το σώμα του και να επεξεργάζεται τις ανησυχίες του, προσπαθώντας έτσι να διαχειριστεί το άγχος. Σταδιακά, εντοπίζονται οι βαθύτερες ανάγκες που κρύβονται πίσω από την υποχονδρίαση και αντιμετωπίζονται άλλα ψυχικά προβλήματα (πχ. Κατάθλιψη). Ενώ οι συμπεριφορές αποφυγής ή επαναλαμβανόμενου έλεγχου μειώνονται, δίνεται έμφαση στη βελτίωση του τρόπου ζωής και την επαναφορά της κοινωνικής λειτουργικότητας του ατόμου.