Feugiat nulla facilisis at vero eros et curt accumsan et iusto odio dignissim qui blandit praesent luptatum zzril.
+ (123) 1800-453-1546
info@example.com

Related Posts

Ψυχική ανθεκτικότητα: Παράγοντες ανάπτυξης και επικινδυνότητας

Η πλειοψηφία των ανθρώπων έρχεται αντιμέτωπη με στρεσογόνες καταστάσεις και αντιξοότητες κατά την διάρκεια της ζωής του και εκτίθεται τουλάχιστον

Περισσότερα

Διαταραχή ελλειμματικής προσοχής και/η παρορμητικότητας (ΔΕΠ-Υ) σε παιδιά και ενήλικες

Η διαταραχή ελλειμματικής προσοχής και/ ή υπερκινητικότητας (ΔΕΠ/Υ) είναι μια νευροαναπτυξιακή διαταραχή που ξεκινά στην παιδική ηλικία και παραμένει στην

Περισσότερα

Σχολικός εκφοβισμός και παράγοντες ψυχικής ανθεκτικότητας

Ο σχολικός εκφοβισμός και η θυματοποίηση από συνομηλίκους αποτελεί ένα πρόβλημα, το οποίο αντιμετωπίζουν παιδιά και έφηβοι εντός, αλλά και

Περισσότερα
Title Image
HomeBlog Διαταραχή αποπροσωποποίησης και θεραπευτική αντιμετώπιση

Διαταραχή αποπροσωποποίησης και θεραπευτική αντιμετώπιση

Η αποπροσωποποίηση αποτελεί μία εμπειρία όπου το άτομο βιώνει την αίσθηση του εξωπραγματικού, την αίσθηση απόσπασης ή την αίσθηση ότι είναι εξωτερικός παρατηρητής των σκέψεων, των συναισθημάτων, των αισθήσεων, του σώματος ή των πράξεων του. Συχνά συνοδεύεται από την εμπειρία της αποπραγματοποίησης, όπου το περιβάλλον βιώνεται επίσης ως κάτι εξωπραγματικό. Σύμφωνα με τις περιγραφές πασχόντων, η αίσθηση του εξωπραγματικού ενδέχεται να βιωθεί σαν να ζει κανείς σε ένα όνειρο, ενώ η αίσθηση απόσπασης από τον κόσμο, σαν να βλέπει τη ζωή πίσω από ένα γυαλί. Αυτές οι εμπειρίες ωστόσο δεν έχουν παραληρηματικό χαρακτήρα, αφού ο πάσχων διατηρεί την επίγνωση ότι οι εμπειρίες του αποτελούν ένα υποκειμενικό φαινόμενο και όχι την αντικειμενική πραγματικότητα.

Ενώ οι παροδικές εμπειρίες της αποπροσωποποίησης και της αποπραγματοποίησης είναι συχνές στον γενικό πληθυσμό, η διαταραχή αποπροσωποποίησης/ αποπραγματοποίησης αποτελεί μία ψυχιατρική διαταραχή, η οποία προκαλεί μεγάλη δυσφορία και έκπτωση της λειτουργικότητας του ατόμου. Σύμφωνα με το γνωσιακό μοντέλο η διαταραχή αναπτύσσεται όταν το άτομο που βιώνει μία εμπειρία αποπροσωποποίησης/ αποπραγματοποίησης, ερμηνεύει εσφαλμένα τα συμπτώματα και προβαίνει σε καταστροφικές αποδόσεις σχετικά με την προέλευσή τους, οι οποίες συνήθως σχετίζονται με κάποια ψυχική ασθένεια ή εγκεφαλική δυσλειτουργία. Δηλαδή, μία εμπειρία που ενδεχομένως οφείλεται σε μεγάλη κούραση, στρες, χρήση αλκοόλ ή ουσιών, τραύμα ή άγχος, ερμηνεύεται από το άτομο λανθασμένα ως ένδειξη κάποιας νοητικής διαταραχής, κίνδυνο απώλειας ελέγχου κλπ. Άτομα που παρουσιάζουν άγχος για την ψυχική τους υγεία ή άτομα με ατομικό ή οικογενειακό ιστορικό προβλημάτων ψυχικής υγείας είναι πιο πιθανό να προβούν σε τέτοιες εσφαλμένες ερμηνείες. Επίσης, άτομα με ιστορικό χρήσης ουσιών ή/ και αλκοόλ ενδέχεται να αποδώσουν τα συμπτώματα σε κάποια μόνιμη εγκεφαλική βλάβη που έχει προκληθεί από τις ουσίες ή/και το αλκοόλ. Οι παρερμηνείες ωστόσο σχετικά με την αιτία των συμπτωμάτων αποπροσωποποίησης/αποπραγματοποίησης οδηγούν στην επιδείνωση και διαιώνιση των συμπτωμάτων μέσω της ανάπτυξης μιας σειράς γνωσιακών προκαταλήψεων και συμπεριφορών, σχηματίζοντας έναν φαύλο κύκλο συντήρησης.

Η γνωσιακή- συμπεριφοριστική θεραπεία (ΓΣΘ) στοχεύει τόσο στο να βοηθηθεί ο πάσχων να επανερμηνεύσει τα συμπτώματά του με έναν λιγότερο απειλητικό τρόπο, όσο και στο να μειωθεί η εστίαση της προσοχής στα συμπτώματα, αλλά και οι αποφυγές και συμπεριφορές ασφαλείας, που απορρέουν από την προσπάθεια του ασθενή να ανακουφιστεί πρόσκαιρα από το άγχος που του προκαλούν τα συμπτώματα.

 

Σημαντικό ρόλο στη θεραπεία αρχικά διαδραματίζει η ενημέρωση του πάσχοντα για την φύση των συμπτωμάτων του. Ακόμα και η παροχή πληροφοριών για την συχνότητα της παροδικής εμφάνισης συμπτωμάτων αποπραγματοποίησης/αποπροσωποποίησης στον γενικό πληθυσμό, μπορεί να αποβεί καθησυχαστική. Στην συνέχεια της θεραπείας, η εφαρμογή συμπεριφορικών τεχνικών, όπως η απόσπαση προσοχής, τα παιχνίδια ρόλων, τα συμπεριφορικά πειράματα, η σταδιακή έκθεση σε καταστάσεις που προκαλούν άγχος, αλλά και γνωσιακών τεχνικών, όπως ο εντοπισμός των συγκεκριμένων αρνητικών σκέψεων που παρουσιάζονται κατά την εμφάνιση των συμπτωμάτων και η εύρεση εναλλακτικών, πιο λειτουργικών σκέψεων, έχει αποδειχθεί ότι έχουν θετικά αποτελέσματα στην διαχείριση και μείωση των συμπτωμάτων της διαταραχής, καθώς και στην αποκατάσταση της λειτουργικότητας του πάσχοντα.

 

Βιβλιογραφία

American Psychiatric Association. (2013). Diagnostic and statistical manual of mental disorders (5th ed.). https://doi.org/10.1176/appi.books.9780890425596

Hunter, E. C. M., Phillips, M. L., Chalder, T., Sierra, M., & David, A. S. (2003). Depersonalisation disorder: a cognitive- behavioural conceptualisation. Behaviour Research and Therapy41(12), 1451-1467.

Hunter, E. C., Baker, D., Phillips, M. L., Sierra, M., & David, A. S. (2005). Cognitive-behaviour therapy for depersonalisation disorder: an open study. Behaviour research and therapy43(9), 1121-1130.

Hunter, E. C., Salkovskis, P. M., & David, A. S. (2014). Attributions, appraisals and attention for symptoms in depersonalisation disorder. Behaviour Research and Therapy53, 20-29.

 

Η αποπροσωποποίηση αποτελεί μία εμπειρία όπου το άτομο βιώνει την αίσθηση του εξωπραγματικού, την αίσθηση απόσπασης ή την αίσθηση ότι είναι εξωτερικός παρατηρητής των σκέψεων, των συναισθημάτων, των αισθήσεων, του σώματος ή των πράξεων του. Συχνά συνοδεύεται από την εμπειρία της αποπραγματοποίησης, όπου το περιβάλλον βιώνεται επίσης ως κάτι εξωπραγματικό. Σύμφωνα με τις περιγραφές πασχόντων, η αίσθηση του εξωπραγματικού ενδέχεται να βιωθεί σαν να ζει κανείς σε ένα όνειρο, ενώ η αίσθηση απόσπασης από τον κόσμο, σαν να βλέπει τη ζωή πίσω από ένα γυαλί. Αυτές οι εμπειρίες ωστόσο δεν έχουν παραληρηματικό χαρακτήρα, αφού ο πάσχων διατηρεί την επίγνωση ότι οι εμπειρίες του αποτελούν ένα υποκειμενικό φαινόμενο και όχι την αντικειμενική πραγματικότητα.

Ενώ οι παροδικές εμπειρίες της αποπροσωποποίησης και της αποπραγματοποίησης είναι συχνές στον γενικό πληθυσμό, η διαταραχή αποπροσωποποίησης/ αποπραγματοποίησης αποτελεί μία ψυχιατρική διαταραχή, η οποία προκαλεί μεγάλη δυσφορία και έκπτωση της λειτουργικότητας του ατόμου. Σύμφωνα με το γνωσιακό μοντέλο η διαταραχή αναπτύσσεται όταν το άτομο που βιώνει μία εμπειρία αποπροσωποποίησης/ αποπραγματοποίησης, ερμηνεύει εσφαλμένα τα συμπτώματα και προβαίνει σε καταστροφικές αποδόσεις σχετικά με την προέλευσή τους, οι οποίες συνήθως σχετίζονται με κάποια ψυχική ασθένεια ή εγκεφαλική δυσλειτουργία. Δηλαδή, μία εμπειρία που ενδεχομένως οφείλεται σε μεγάλη κούραση, στρες, χρήση αλκοόλ ή ουσιών, τραύμα ή άγχος, ερμηνεύεται από το άτομο λανθασμένα ως ένδειξη κάποιας νοητικής διαταραχής, κίνδυνο απώλειας ελέγχου κλπ. Άτομα που παρουσιάζουν άγχος για την ψυχική τους υγεία ή άτομα με ατομικό ή οικογενειακό ιστορικό προβλημάτων ψυχικής υγείας είναι πιο πιθανό να προβούν σε τέτοιες εσφαλμένες ερμηνείες. Επίσης, άτομα με ιστορικό χρήσης ουσιών ή/ και αλκοόλ ενδέχεται να αποδώσουν τα συμπτώματα σε κάποια μόνιμη εγκεφαλική βλάβη που έχει προκληθεί από τις ουσίες ή/και το αλκοόλ. Οι παρερμηνείες ωστόσο σχετικά με την αιτία των συμπτωμάτων αποπροσωποποίησης/αποπραγματοποίησης οδηγούν στην επιδείνωση και διαιώνιση των συμπτωμάτων μέσω της ανάπτυξης μιας σειράς γνωσιακών προκαταλήψεων και συμπεριφορών, σχηματίζοντας έναν φαύλο κύκλο συντήρησης.

Η γνωσιακή- συμπεριφοριστική θεραπεία (ΓΣΘ) στοχεύει τόσο στο να βοηθηθεί ο πάσχων να επανερμηνεύσει τα συμπτώματά του με έναν λιγότερο απειλητικό τρόπο, όσο και στο να μειωθεί η εστίαση της προσοχής στα συμπτώματα, αλλά και οι αποφυγές και συμπεριφορές ασφαλείας, που απορρέουν από την προσπάθεια του ασθενή να ανακουφιστεί πρόσκαιρα από το άγχος που του προκαλούν τα συμπτώματα.

 

Σημαντικό ρόλο στη θεραπεία αρχικά διαδραματίζει η ενημέρωση του πάσχοντα για την φύση των συμπτωμάτων του. Ακόμα και η παροχή πληροφοριών για την συχνότητα της παροδικής εμφάνισης συμπτωμάτων αποπραγματοποίησης/αποπροσωποποίησης στον γενικό πληθυσμό, μπορεί να αποβεί καθησυχαστική. Στην συνέχεια της θεραπείας, η εφαρμογή συμπεριφορικών τεχνικών, όπως η απόσπαση προσοχής, τα παιχνίδια ρόλων, τα συμπεριφορικά πειράματα, η σταδιακή έκθεση σε καταστάσεις που προκαλούν άγχος, αλλά και γνωσιακών τεχνικών, όπως ο εντοπισμός των συγκεκριμένων αρνητικών σκέψεων που παρουσιάζονται κατά την εμφάνιση των συμπτωμάτων και η εύρεση εναλλακτικών, πιο λειτουργικών σκέψεων, έχει αποδειχθεί ότι έχουν θετικά αποτελέσματα στην διαχείριση και μείωση των συμπτωμάτων της διαταραχής, καθώς και στην αποκατάσταση της λειτουργικότητας του πάσχοντα.

 

Βιβλιογραφία

American Psychiatric Association. (2013). Diagnostic and statistical manual of mental disorders (5th ed.). https://doi.org/10.1176/appi.books.9780890425596

Hunter, E. C. M., Phillips, M. L., Chalder, T., Sierra, M., & David, A. S. (2003). Depersonalisation disorder: a cognitive- behavioural conceptualisation. Behaviour Research and Therapy41(12), 1451-1467.

Hunter, E. C., Baker, D., Phillips, M. L., Sierra, M., & David, A. S. (2005). Cognitive-behaviour therapy for depersonalisation disorder: an open study. Behaviour research and therapy43(9), 1121-1130.

Hunter, E. C., Salkovskis, P. M., & David, A. S. (2014). Attributions, appraisals and attention for symptoms in depersonalisation disorder. Behaviour Research and Therapy53, 20-29.