Feugiat nulla facilisis at vero eros et curt accumsan et iusto odio dignissim qui blandit praesent luptatum zzril.
+ (123) 1800-453-1546
info@example.com

Related Posts

Ψυχική ανθεκτικότητα: Παράγοντες ανάπτυξης και επικινδυνότητας

Η πλειοψηφία των ανθρώπων έρχεται αντιμέτωπη με στρεσογόνες καταστάσεις και αντιξοότητες κατά την διάρκεια της ζωής του και εκτίθεται τουλάχιστον

Περισσότερα

Διαταραχή ελλειμματικής προσοχής και/η παρορμητικότητας (ΔΕΠ-Υ) σε παιδιά και ενήλικες

Η διαταραχή ελλειμματικής προσοχής και/ ή υπερκινητικότητας (ΔΕΠ/Υ) είναι μια νευροαναπτυξιακή διαταραχή που ξεκινά στην παιδική ηλικία και παραμένει στην

Περισσότερα

Σχολικός εκφοβισμός και παράγοντες ψυχικής ανθεκτικότητας

Ο σχολικός εκφοβισμός και η θυματοποίηση από συνομηλίκους αποτελεί ένα πρόβλημα, το οποίο αντιμετωπίζουν παιδιά και έφηβοι εντός, αλλά και

Περισσότερα
Title Image
HomeBlog Στηρίζοντας τους ανθρώπους μας με Διαταραχές Διάθεσης

Στηρίζοντας τους ανθρώπους μας με Διαταραχές Διάθεσης

Πολλές φορές τυχαίνει να είμαστε πρόθυμοι να βοηθήσουμε ένα άτομο με κάποια Διαταραχή Διάθεσης και να μην είμαστε σίγουροι για το τί ακριβώς πρέπει να πούμε ή να κάνουμε.Αρχικά λοιπόν είναι σημαντικό να κατανοήσουμε τα συναισθήματα των ατόμων με Διαταραχή και τις πεποιθήσεις τους για αυτή.

Όπως και κάθε άνθρωπος, θέλουν να νιώθουν φυσιολογικοί, όχι ότι διαφέρουν (αρνητικά) από το σύνολο. Θέλουν να συνεχίσουν να έχουν τον ίδιο τρόπο ζωής στη δουλειά, στο σχολείο, στις δραστηριότητές τους ή να βελτιώσουν πτυχές της καθημερινότητάς τους όσο μπορούν. Έχουν ανάγκη από άτομα δίπλα τους που δεν θα τους επικρίνουν αλλά αντιθέτως θα τους ακούν με προσοχή και θα δείχνουν εμπάθεια.

Συχνά, ίσως θέλουμε να βοηθήσουμε κάποιον με τα λόγια μας, παρ’όλα αυτά με αυτό που θα πούμε κάνουμε χειρότερη μία κατάσταση. Το πρώτο βήμα που πρέπει να εφαρμόζει κάθε κοντινός άνθρωπος στο  άτομο αυτό είναι να παρέχει όσο το δυνατόν περισσότερη στήριξη και αγάπη γίνεται. Είναι σημαντικό να αντιμετωπίζει ρεαλιστικά και με θετικό τρόπο την καθημερινότητα και το μέλλον του ασθενή. Πρέπει να αποφεύγει κλισέ εκφράσεις όπως “θα είσαι εντάξει, βγάλε τα πέρα με τη ζωή σου” και να του φέρεται φυσιολογικά, σαν να μην έχει αλλάξει κάτι στις δραστηριότητες που ακόμη μπορεί να επιτελέσει, πχ του σπιτιού.

Στην περίπτωση παιδικού ασθενούς οι γονείς πρέπει να θέτουν τα ίδια όρια όπως πόση ώρα δικαιούται να μείνει έξω αργά τη νύχτα, με ποια άτομα συναναστρέφεται, πόσο διαβάζει κλπ. Γενικότερα, όντας τα ίδια τα κοντινά άτομα πρότυπα ενός υγιούς τρόπου ζωής, προωθώντας μία καλή διατροφή, επαρκή άσκηση και επαρκείς ώρες ύπνου όπως και αναδεικνύοντας μία καθημερινή ρουτίνα, ενθαρρύνουν το άτομο να αναπτύσσεται και να ζει μία ποιοτική ζωή και να μην απομονώνεται από την κοινωνία.

Είναι αρκετά βοηθητικό τα κοντινά άτομα να αναγνωρίζουν τα συμπτώματα της Διαταραχής ώστε να ανταποκρίνονται εγκαίρως στις ανάγκες του ατόμου και να αναζητήσουν βοήθεια εάν χρειαστεί. Τα άτομα με Διαταραχές Διάθεσης έχουν ανάγκη να ξέρουν ότι ακούγονται και ότι οι άλλοι είναι παρόντες για αυτούς. Κατά την ομιλία μαζί τους καλό είναι να μην τους διακόπτουν ή να προσπαθούν να διορθώσουν λάθος πεποιθήσεις, θα υπάρξει χρόνος κάποια άλλη στιγμή για να γίνει αυτό. Ακόμη και κατά τη διάρκεια ενός θεραπευτή, ο ίδιος πρέπει να λειτουργεί σαν καθρέπτης του ατόμου και να αντικατοπτρίζει τα συναισθήματά του, χρησιμοποιώντας εκφράσεις που επιβεβαιώνουν τα όσα λέει, όπως “πες μου περισσότερα για αυτό”, “βλέπω”, “ναι”, κλπ. Αυτά λειτουργούν ως ενδείξεις ότι τα λόγια τους μετράνε.

Τέλος, η γλώσσα του σώματος πάντοτε έχει σημασία εφόσον τα άτομα ανταποκρίνονται θετικά όταν οι άνθρωποι που έχουν απέναντι διατηρούν μία στάση που δείχνει να τους ακούει, χωρίς νευρικές κινήσεις ή απλανές βλέμμα καθώς και μία ήρεμη χροιά στη φωνή.

 

 

Πολλές φορές τυχαίνει να είμαστε πρόθυμοι να βοηθήσουμε ένα άτομο με κάποια Διαταραχή Διάθεσης και να μην είμαστε σίγουροι για το τί ακριβώς πρέπει να πούμε ή να κάνουμε.Αρχικά λοιπόν είναι σημαντικό να κατανοήσουμε τα συναισθήματα των ατόμων με Διαταραχή και τις πεποιθήσεις τους για αυτή.

Όπως και κάθε άνθρωπος, θέλουν να νιώθουν φυσιολογικοί, όχι ότι διαφέρουν (αρνητικά) από το σύνολο. Θέλουν να συνεχίσουν να έχουν τον ίδιο τρόπο ζωής στη δουλειά, στο σχολείο, στις δραστηριότητές τους ή να βελτιώσουν πτυχές της καθημερινότητάς τους όσο μπορούν. Έχουν ανάγκη από άτομα δίπλα τους που δεν θα τους επικρίνουν αλλά αντιθέτως θα τους ακούν με προσοχή και θα δείχνουν εμπάθεια.

Συχνά, ίσως θέλουμε να βοηθήσουμε κάποιον με τα λόγια μας, παρ’όλα αυτά με αυτό που θα πούμε κάνουμε χειρότερη μία κατάσταση. Το πρώτο βήμα που πρέπει να εφαρμόζει κάθε κοντινός άνθρωπος στο  άτομο αυτό είναι να παρέχει όσο το δυνατόν περισσότερη στήριξη και αγάπη γίνεται. Είναι σημαντικό να αντιμετωπίζει ρεαλιστικά και με θετικό τρόπο την καθημερινότητα και το μέλλον του ασθενή. Πρέπει να αποφεύγει κλισέ εκφράσεις όπως “θα είσαι εντάξει, βγάλε τα πέρα με τη ζωή σου” και να του φέρεται φυσιολογικά, σαν να μην έχει αλλάξει κάτι στις δραστηριότητες που ακόμη μπορεί να επιτελέσει, πχ του σπιτιού.

Στην περίπτωση παιδικού ασθενούς οι γονείς πρέπει να θέτουν τα ίδια όρια όπως πόση ώρα δικαιούται να μείνει έξω αργά τη νύχτα, με ποια άτομα συναναστρέφεται, πόσο διαβάζει κλπ. Γενικότερα, όντας τα ίδια τα κοντινά άτομα πρότυπα ενός υγιούς τρόπου ζωής, προωθώντας μία καλή διατροφή, επαρκή άσκηση και επαρκείς ώρες ύπνου όπως και αναδεικνύοντας μία καθημερινή ρουτίνα, ενθαρρύνουν το άτομο να αναπτύσσεται και να ζει μία ποιοτική ζωή και να μην απομονώνεται από την κοινωνία.

Είναι αρκετά βοηθητικό τα κοντινά άτομα να αναγνωρίζουν τα συμπτώματα της Διαταραχής ώστε να ανταποκρίνονται εγκαίρως στις ανάγκες του ατόμου και να αναζητήσουν βοήθεια εάν χρειαστεί. Τα άτομα με Διαταραχές Διάθεσης έχουν ανάγκη να ξέρουν ότι ακούγονται και ότι οι άλλοι είναι παρόντες για αυτούς. Κατά την ομιλία μαζί τους καλό είναι να μην τους διακόπτουν ή να προσπαθούν να διορθώσουν λάθος πεποιθήσεις, θα υπάρξει χρόνος κάποια άλλη στιγμή για να γίνει αυτό. Ακόμη και κατά τη διάρκεια ενός θεραπευτή, ο ίδιος πρέπει να λειτουργεί σαν καθρέπτης του ατόμου και να αντικατοπτρίζει τα συναισθήματά του, χρησιμοποιώντας εκφράσεις που επιβεβαιώνουν τα όσα λέει, όπως “πες μου περισσότερα για αυτό”, “βλέπω”, “ναι”, κλπ. Αυτά λειτουργούν ως ενδείξεις ότι τα λόγια τους μετράνε.

Τέλος, η γλώσσα του σώματος πάντοτε έχει σημασία εφόσον τα άτομα ανταποκρίνονται θετικά όταν οι άνθρωποι που έχουν απέναντι διατηρούν μία στάση που δείχνει να τους ακούει, χωρίς νευρικές κινήσεις ή απλανές βλέμμα καθώς και μία ήρεμη χροιά στη φωνή.