Feugiat nulla facilisis at vero eros et curt accumsan et iusto odio dignissim qui blandit praesent luptatum zzril.
+ (123) 1800-453-1546
info@example.com

Related Posts

Ψυχική ανθεκτικότητα: Παράγοντες ανάπτυξης και επικινδυνότητας

Η πλειοψηφία των ανθρώπων έρχεται αντιμέτωπη με στρεσογόνες καταστάσεις και αντιξοότητες κατά την διάρκεια της ζωής του και εκτίθεται τουλάχιστον

Περισσότερα

Διαταραχή ελλειμματικής προσοχής και/η παρορμητικότητας (ΔΕΠ-Υ) σε παιδιά και ενήλικες

Η διαταραχή ελλειμματικής προσοχής και/ ή υπερκινητικότητας (ΔΕΠ/Υ) είναι μια νευροαναπτυξιακή διαταραχή που ξεκινά στην παιδική ηλικία και παραμένει στην

Περισσότερα

Σχολικός εκφοβισμός και παράγοντες ψυχικής ανθεκτικότητας

Ο σχολικός εκφοβισμός και η θυματοποίηση από συνομηλίκους αποτελεί ένα πρόβλημα, το οποίο αντιμετωπίζουν παιδιά και έφηβοι εντός, αλλά και

Περισσότερα
Title Image
HomeBlog Άγχος ασθενείας ή υποχονδρίαση

Άγχος ασθενείας ή υποχονδρίαση

Το άγχος ασθενείας (προηγουμένως γνωστό ως υποχονδρίαση), είναι μια ψυχιατρική διαταραχή που ορίζεται από την υπερβολική ανησυχία για την ύπαρξη ή την ανάπτυξη μιας σοβαρής, αδιάγνωστης ιατρικής πάθησης. Τα άτομα με άγχος υγείας βιώνουν επίμονο άγχος στο ενδεχόμενο να πάσχουν ή να αναπτύξουν μία σοβαρή ιατρική ασθένεια, το οποίο επιμένει παρά τα φυσιολογικά αποτελέσματα των ιατρικών εξετάσεων, με αποτέλεσμα να διαταράσσεται σημαντικά η καθημερινότητά τους. Χαρακτηριστικό των πασχόντων από τη συγκεκριμένη διαταραχή είναι η επικέντρωση της προσοχής τους σε φυσιολογικές σωματικές αντιδράσεις (όπως πχ αυτές της πέψης ή της εφίδρωσης) και η παρερμηνεία αυτών των αισθήσεων ως σύμπτωμα σοβαρής ασθένειας.

Τα ακριβή αίτια για την ανάπτυξη της διαταραχής άγχους ασθενείας παραμένουν άγνωστα, ωστόσο έχουν βρεθεί στην διεθνή βιβλιογραφία ορισμένοι παράγοντες επικινδυνότητας για την εμφάνιση αυτής της διαταραχής. Συγκεκριμένα:

  • Οι άνθρωποι που πάσχουν από άγχος ασθενείας ενδέχεται να βιώνουν με άβολο τρόπο φυσιολογικές σωματικές αισθήσεις και να χαρακτηρίζουν οποιαδήποτε μικρή σωματική αλλαγή ως παθολογική.
  • Ένα οικογενειακό περιβάλλον που περιλαμβάνει συχνές συζητήσεις για φόβους σχετικούς με την υγεία ή δυσανάλογη ανησυχία των γονέων για θέματα υγείας, ενδέχεται να οδηγήσει σε ανάπτυξη άγχους ασθενείας.
  • Ένα άτομο ενδέχεται να διατρέχει αυξημένο κίνδυνο να αναπτύξει διαταραχή άγχους ασθενείας εάν εμφάνισε μια σοβαρή ασθένεια κατά την παιδική του ηλικία ή εάν οι γονείς ή τα αδέρφια του υπέφεραν από ένα σοβαρό ιατρικό ζήτημα.
  • Άτομα με υποκείμενες αγχώδεις διαταραχές, όπως πχ γενικευμένη αγχώδη διαταραχή, διατρέχουν επίσης αυξημένο κίνδυνο για την ανάπτυξη της διαταραχής άγχους ασθενείας.
  • Τέλος, ακόμα και η υπερβολική ενασχόληση με θέματα υγείας στο διαδίκτυο ενδέχεται να αυξήσει τον κίνδυνο για την εμφάνισή άγχους ασθενείας.

Τα άτομα που βιώνουν έντονο άγχος ασθενείας συνήθως απευθύνονται σε ειδικούς ιατρούς, ωστόσο παρά τις διαβεβαιώσεις που λαμβάνουν δεν φαίνεται να καθησυχάζονται, με αποτέλεσμα να επισκέπτονται περισσότερους ιατρούς για το ίδιο ζήτημα. Ωστόσο, υπάρχουν και άτομα που βιώνουν άγχος ασθενείας και αποφεύγουν την ιατρική φροντίδα υπό τον έντονο φόβο της ανακοίνωσης μιας σοβαρής ασθένειας.

Γενικότερα, οι πάσχοντες από άγχος ασθενείας, φαίνεται να ελέγχουν συχνά το σώμα τους για δερματικές βλάβες, απώλεια μαλλιών ή σωματικές αλλαγές, καθώς και να κατακλύζονται συχνά από σκέψεις θανάτου ή αναπηρίας. Η συνεχής ενασχόλησή τους με τις σωματικές τους αλλαγές, αλλά και με τις ανησυχίες τους για θέματα υγείας, ενδέχεται να προκαλέσει σημαντική έκπτωση στην κοινωνική και επαγγελματική τους λειτουργικότητα.

Σε ψυχοθεραπευτικό πλαίσιο έχει βρεθεί σημαντική αποτελεσματικότητα της γνωσιακής- συμπεριφοριστικής θεραπείας (CBT) στην διαχείριση του άγχους υγείας και στην αποκατάσταση της λειτουργικότητας των πασχόντων.

Η γνωσιακή- συμπεριφοριστική θεραπεία είναι μια ευρεία προσέγγιση, που στοχεύει στην αλλαγή των δυσλειτουργικών σκέψεων και συμπεριφορών του ασθενούς σε όλα τα είδη της ψυχοπαθολογίας. Για τον σκοπό αυτό εφαρμόζονται γνωσιακές και συμπεριφορικές παρεμβάσεις με το θεραπευτικό «ρεπερτόριο» τα τελευταία χρόνια να αυξάνεται διαρκώς και να συμπεριλαμβάνει παρεμβάσεις που βασίζονται στην προσοχή και στις μεταγνωστικές διαδικασίες.

Συμπεριφορικά, η υποχονδρίαση ή άγχος ασθενείας χαρακτηρίζεται από συγκεκριμένες αποφυγές και συμπεριφορές ασφαλείας που στοχεύουν στην βραχυπρόθεσμη ανακούφιση από το άγχος και τη δυσφορία, ωστόσο συμβάλλουν στην μακρόχρονη διατήρηση της διαταραχής. Οι πιο συχνές παρεμβάσεις που χρησιμοποιούνται για αυτόν τον λόγο στο ψυχοθεραπευτικό πλαίσιο είναι η έκθεση και η παρεμπόδιση αντίδρασης. Η έκθεση συνίσταται στην σταδιακή έκθεση του ασθενούς σε εσωτερικές ή εξωτερικές πληροφορίες που του προκαλούν όλο και περισσότερο άγχος, ενώ η παρεμπόδιση αντίδρασης συχνά συνδυάζεται με την έκθεση και συνεπάγεται την αποχή από κάποιες συμπεριφορές, όπως είναι η αναζήτηση διαβεβαιώσεων και ο έλεγχος του σώματος.

Γνωσιακά, η ερμηνεία του υποχονδριακού ασθενούς για τις σωματικές αισθήσεις περιλαμβάνει μια υπερεκτίμηση της επικινδυνότητας, κάτι που παρατηρείται γενικά στις αγχώδεις διαταραχές. Έτσι, οι περισσότερες μελέτες δίνουν έμφαση στην γνωσιακή αλλαγή, δηλαδή στην παρακολούθηση και τροποποίηση των δυσπροσαρμοστικών υποθέσεων του ασθενούς για την υγεία του και τις σωματικές του αισθήσεις. Για τον έλεγχο των υποθέσεων με πιο βιωματικό τρόπο στην πραγματική ζωή, εφαρμόζονται συχνά συμπεριφορικά πειράματα.

Ένα σημαντικό στοιχείο που χαρακτηρίζει τους πάσχοντες από διαταραχή άγχους ασθενείας, αποτελεί η επιλεκτική προσοχή για εσωτερικά ερεθίσματα (σκέψεις, σωματικές αισθήσεις), αλλά και εξωτερικά (κυρίως ιατρικές πληροφορίες). Τα τελευταία χρόνια, ως  ένας πιο γενικός τρόπος ελέγχου της προσοχής, η γνωσιακή θεραπεία βασισμένη στην ενσυνειδητότητα (MBCT) εφαρμόζεται για να βοηθήσει τους ασθενείς να αποκτήσουν μία μη επικριτική αποδοχή όσων βιώνουν, συμπεριλαμβανομένων των σκέψεων, των συναισθημάτων και των σωματικών τους αισθήσεων. Θεμελιώδες μέρος της ψυχοθεραπευτικής διαδικασίας αποτελεί επίσης και η ψυχοεκπαίδευση των ασθενών, όπου πρόκειται για μια λεπτή ισορροπία που πρέπει να διατηρήσει ο ειδικός ψυχικής υγείας μεταξύ της επικύρωσης των συναισθημάτων του πάσχοντα και των φόβων σχετικά με την υγεία του και της διαβεβαίωσης και εκπαίδευσης σχετικά με τις φυσιολογικές ανθρώπινες λειτουργίες.

Συνδυαστικά, η χορήγηση αντικαταθλιπτικών φαρμάκων, όπως οι εκλεκτικοί αναστολείς επαναπρόσληψης σεροτονίνης (SSRIs) και οι αναστολείς επαναπρόσληψης σεροτονίνης-νορεπινεφρίνης (SNRIs) έχει αποδειχθεί αποτελεσματική στην διαχείριση της διαταραχής.

Γενικά, η έγκαιρη προσέλευση του πάσχοντα για ψυχοθεραπεία, όπως και η συμμόρφωσή του στη θεραπεία, αποτελούν θετικού προγνωστικούς παράγοντες για την επιτυχή αντιμετώπιση της διαταραχής άγχους ασθενείας.

 

Βιβλιογραφία

Bouman, T. (2014). Psychological Treatments for Hypochondriasis: A Narrative Review. Current Psychiatry Reviews, 10(1), 58–69. doi:10.2174/157340050966613111901061210.2174/1573400509666131119010612

French JH, Hameed S. Illness Anxiety Disorder. [Updated 2023 Jul 16]. In: StatPearls [Internet]. Treasure Island (FL): StatPearls Publishing; 2023 Jan-. Available from: https://www.ncbi.nlm.nih.gov/books/NBK554399/

Newby JM, Hobbs MJ, Mahoney AEJ, Wong SK, Andrews G. DSM-5 illness anxiety disorder and somatic symptom disorder: Comorbidity, correlates, and overlap with DSM-IV hypochondriasis. J Psychosom Res. 2017 Oct;101:31-37.

Scarella TM, Boland RJ, Barsky AJ. Illness Anxiety Disorder: Psychopathology, Epidemiology, Clinical Characteristics, and Treatment. Psychosom Med. 2019 Jun;81(5):398-407

 

 

 

Το άγχος ασθενείας (προηγουμένως γνωστό ως υποχονδρίαση), είναι μια ψυχιατρική διαταραχή που ορίζεται από την υπερβολική ανησυχία για την ύπαρξη ή την ανάπτυξη μιας σοβαρής, αδιάγνωστης ιατρικής πάθησης. Τα άτομα με άγχος υγείας βιώνουν επίμονο άγχος στο ενδεχόμενο να πάσχουν ή να αναπτύξουν μία σοβαρή ιατρική ασθένεια, το οποίο επιμένει παρά τα φυσιολογικά αποτελέσματα των ιατρικών εξετάσεων, με αποτέλεσμα να διαταράσσεται σημαντικά η καθημερινότητά τους. Χαρακτηριστικό των πασχόντων από τη συγκεκριμένη διαταραχή είναι η επικέντρωση της προσοχής τους σε φυσιολογικές σωματικές αντιδράσεις (όπως πχ αυτές της πέψης ή της εφίδρωσης) και η παρερμηνεία αυτών των αισθήσεων ως σύμπτωμα σοβαρής ασθένειας.

Τα ακριβή αίτια για την ανάπτυξη της διαταραχής άγχους ασθενείας παραμένουν άγνωστα, ωστόσο έχουν βρεθεί στην διεθνή βιβλιογραφία ορισμένοι παράγοντες επικινδυνότητας για την εμφάνιση αυτής της διαταραχής. Συγκεκριμένα:

  • Οι άνθρωποι που πάσχουν από άγχος ασθενείας ενδέχεται να βιώνουν με άβολο τρόπο φυσιολογικές σωματικές αισθήσεις και να χαρακτηρίζουν οποιαδήποτε μικρή σωματική αλλαγή ως παθολογική.
  • Ένα οικογενειακό περιβάλλον που περιλαμβάνει συχνές συζητήσεις για φόβους σχετικούς με την υγεία ή δυσανάλογη ανησυχία των γονέων για θέματα υγείας, ενδέχεται να οδηγήσει σε ανάπτυξη άγχους ασθενείας.
  • Ένα άτομο ενδέχεται να διατρέχει αυξημένο κίνδυνο να αναπτύξει διαταραχή άγχους ασθενείας εάν εμφάνισε μια σοβαρή ασθένεια κατά την παιδική του ηλικία ή εάν οι γονείς ή τα αδέρφια του υπέφεραν από ένα σοβαρό ιατρικό ζήτημα.
  • Άτομα με υποκείμενες αγχώδεις διαταραχές, όπως πχ γενικευμένη αγχώδη διαταραχή, διατρέχουν επίσης αυξημένο κίνδυνο για την ανάπτυξη της διαταραχής άγχους ασθενείας.
  • Τέλος, ακόμα και η υπερβολική ενασχόληση με θέματα υγείας στο διαδίκτυο ενδέχεται να αυξήσει τον κίνδυνο για την εμφάνισή άγχους ασθενείας.

Τα άτομα που βιώνουν έντονο άγχος ασθενείας συνήθως απευθύνονται σε ειδικούς ιατρούς, ωστόσο παρά τις διαβεβαιώσεις που λαμβάνουν δεν φαίνεται να καθησυχάζονται, με αποτέλεσμα να επισκέπτονται περισσότερους ιατρούς για το ίδιο ζήτημα. Ωστόσο, υπάρχουν και άτομα που βιώνουν άγχος ασθενείας και αποφεύγουν την ιατρική φροντίδα υπό τον έντονο φόβο της ανακοίνωσης μιας σοβαρής ασθένειας.

Γενικότερα, οι πάσχοντες από άγχος ασθενείας, φαίνεται να ελέγχουν συχνά το σώμα τους για δερματικές βλάβες, απώλεια μαλλιών ή σωματικές αλλαγές, καθώς και να κατακλύζονται συχνά από σκέψεις θανάτου ή αναπηρίας. Η συνεχής ενασχόλησή τους με τις σωματικές τους αλλαγές, αλλά και με τις ανησυχίες τους για θέματα υγείας, ενδέχεται να προκαλέσει σημαντική έκπτωση στην κοινωνική και επαγγελματική τους λειτουργικότητα.

Σε ψυχοθεραπευτικό πλαίσιο έχει βρεθεί σημαντική αποτελεσματικότητα της γνωσιακής- συμπεριφοριστικής θεραπείας (CBT) στην διαχείριση του άγχους υγείας και στην αποκατάσταση της λειτουργικότητας των πασχόντων.

Η γνωσιακή- συμπεριφοριστική θεραπεία είναι μια ευρεία προσέγγιση, που στοχεύει στην αλλαγή των δυσλειτουργικών σκέψεων και συμπεριφορών του ασθενούς σε όλα τα είδη της ψυχοπαθολογίας. Για τον σκοπό αυτό εφαρμόζονται γνωσιακές και συμπεριφορικές παρεμβάσεις με το θεραπευτικό «ρεπερτόριο» τα τελευταία χρόνια να αυξάνεται διαρκώς και να συμπεριλαμβάνει παρεμβάσεις που βασίζονται στην προσοχή και στις μεταγνωστικές διαδικασίες.

Συμπεριφορικά, η υποχονδρίαση ή άγχος ασθενείας χαρακτηρίζεται από συγκεκριμένες αποφυγές και συμπεριφορές ασφαλείας που στοχεύουν στην βραχυπρόθεσμη ανακούφιση από το άγχος και τη δυσφορία, ωστόσο συμβάλλουν στην μακρόχρονη διατήρηση της διαταραχής. Οι πιο συχνές παρεμβάσεις που χρησιμοποιούνται για αυτόν τον λόγο στο ψυχοθεραπευτικό πλαίσιο είναι η έκθεση και η παρεμπόδιση αντίδρασης. Η έκθεση συνίσταται στην σταδιακή έκθεση του ασθενούς σε εσωτερικές ή εξωτερικές πληροφορίες που του προκαλούν όλο και περισσότερο άγχος, ενώ η παρεμπόδιση αντίδρασης συχνά συνδυάζεται με την έκθεση και συνεπάγεται την αποχή από κάποιες συμπεριφορές, όπως είναι η αναζήτηση διαβεβαιώσεων και ο έλεγχος του σώματος.

Γνωσιακά, η ερμηνεία του υποχονδριακού ασθενούς για τις σωματικές αισθήσεις περιλαμβάνει μια υπερεκτίμηση της επικινδυνότητας, κάτι που παρατηρείται γενικά στις αγχώδεις διαταραχές. Έτσι, οι περισσότερες μελέτες δίνουν έμφαση στην γνωσιακή αλλαγή, δηλαδή στην παρακολούθηση και τροποποίηση των δυσπροσαρμοστικών υποθέσεων του ασθενούς για την υγεία του και τις σωματικές του αισθήσεις. Για τον έλεγχο των υποθέσεων με πιο βιωματικό τρόπο στην πραγματική ζωή, εφαρμόζονται συχνά συμπεριφορικά πειράματα.

Ένα σημαντικό στοιχείο που χαρακτηρίζει τους πάσχοντες από διαταραχή άγχους ασθενείας, αποτελεί η επιλεκτική προσοχή για εσωτερικά ερεθίσματα (σκέψεις, σωματικές αισθήσεις), αλλά και εξωτερικά (κυρίως ιατρικές πληροφορίες). Τα τελευταία χρόνια, ως  ένας πιο γενικός τρόπος ελέγχου της προσοχής, η γνωσιακή θεραπεία βασισμένη στην ενσυνειδητότητα (MBCT) εφαρμόζεται για να βοηθήσει τους ασθενείς να αποκτήσουν μία μη επικριτική αποδοχή όσων βιώνουν, συμπεριλαμβανομένων των σκέψεων, των συναισθημάτων και των σωματικών τους αισθήσεων. Θεμελιώδες μέρος της ψυχοθεραπευτικής διαδικασίας αποτελεί επίσης και η ψυχοεκπαίδευση των ασθενών, όπου πρόκειται για μια λεπτή ισορροπία που πρέπει να διατηρήσει ο ειδικός ψυχικής υγείας μεταξύ της επικύρωσης των συναισθημάτων του πάσχοντα και των φόβων σχετικά με την υγεία του και της διαβεβαίωσης και εκπαίδευσης σχετικά με τις φυσιολογικές ανθρώπινες λειτουργίες.

Συνδυαστικά, η χορήγηση αντικαταθλιπτικών φαρμάκων, όπως οι εκλεκτικοί αναστολείς επαναπρόσληψης σεροτονίνης (SSRIs) και οι αναστολείς επαναπρόσληψης σεροτονίνης-νορεπινεφρίνης (SNRIs) έχει αποδειχθεί αποτελεσματική στην διαχείριση της διαταραχής.

Γενικά, η έγκαιρη προσέλευση του πάσχοντα για ψυχοθεραπεία, όπως και η συμμόρφωσή του στη θεραπεία, αποτελούν θετικού προγνωστικούς παράγοντες για την επιτυχή αντιμετώπιση της διαταραχής άγχους ασθενείας.

 

Βιβλιογραφία

Bouman, T. (2014). Psychological Treatments for Hypochondriasis: A Narrative Review. Current Psychiatry Reviews, 10(1), 58–69. doi:10.2174/157340050966613111901061210.2174/1573400509666131119010612

French JH, Hameed S. Illness Anxiety Disorder. [Updated 2023 Jul 16]. In: StatPearls [Internet]. Treasure Island (FL): StatPearls Publishing; 2023 Jan-. Available from: https://www.ncbi.nlm.nih.gov/books/NBK554399/

Newby JM, Hobbs MJ, Mahoney AEJ, Wong SK, Andrews G. DSM-5 illness anxiety disorder and somatic symptom disorder: Comorbidity, correlates, and overlap with DSM-IV hypochondriasis. J Psychosom Res. 2017 Oct;101:31-37.

Scarella TM, Boland RJ, Barsky AJ. Illness Anxiety Disorder: Psychopathology, Epidemiology, Clinical Characteristics, and Treatment. Psychosom Med. 2019 Jun;81(5):398-407