Ψυχική ανθεκτικότητα: Παράγοντες ανάπτυξης και επικινδυνότητας
Η πλειοψηφία των ανθρώπων έρχεται αντιμέτωπη με στρεσογόνες καταστάσεις και αντιξοότητες κατά την διάρκεια της ζωής του και εκτίθεται τουλάχιστον
ΠερισσότεραΗ πλειοψηφία των ανθρώπων έρχεται αντιμέτωπη με στρεσογόνες καταστάσεις και αντιξοότητες κατά την διάρκεια της ζωής του και εκτίθεται τουλάχιστον
ΠερισσότεραΗ διαταραχή ελλειμματικής προσοχής και/ ή υπερκινητικότητας (ΔΕΠ/Υ) είναι μια νευροαναπτυξιακή διαταραχή που ξεκινά στην παιδική ηλικία και παραμένει στην
ΠερισσότεραΟ σχολικός εκφοβισμός και η θυματοποίηση από συνομηλίκους αποτελεί ένα πρόβλημα, το οποίο αντιμετωπίζουν παιδιά και έφηβοι εντός, αλλά και
ΠερισσότεραΟ θάνατος ενός γονιού, ενός συγγενικού ή αγαπημένου φιλικού προσώπου είναι ένα οδυνηρό γεγονός των παιδιών και των εφήβων, αλλά και όλης της οικογένειας. Οι γονείς, και όσοι βρίσκονται κοντά στα παιδιά, αναρωτιούνται αν μπορούν να τους μιλήσουν για το θάνατο, για το τι θα καταλάβουν και ποιες επιπτώσεις θα έχει η απώλεια στην ψυχική τους υγεία. Πολλές φορές νομίζουν ότι προφυλάσσουν τα παιδιά τους με το να αποκρύψουν την αλήθεια για την απώλεια ή με το να δώσουν ψεύτικες πληροφορίες. Η πιο συνηθισμένη φράση που λένε οι μεγάλοι στα παιδιά είναι: «Ο μπαμπάς σου θα πάει ένα μακρινό ταξίδι», το οποίο μπορεί να σημαίνει για το παιδί ότι ο μπαμπάς θα επιστρέψει, όπως έκανε παλιά με ένα ταξίδι.
Στην πραγματικότητα, η απόκρυψη της αλήθειας είναι αυτή που δυσκολεύει τη θέση των παιδιών και δημιουργεί πρόσθετα προβλήματα. Ας δούμε τι μπορεί να σκέφτονται τα παιδιά:
– Τα παιδιά αντιλαμβάνονται ότι κάτι έχει αλλάξει: δεν βλέπουν πια το πρόσωπο που πέθανε και δεν ξέρουν γιατί. Κανείς δεν τους έχει εξηγήσει, γιατί η έκφραση στα πρόσωπα των μελών της οικογένειας, η διάθεση τους, όπως και το ντύσιμό τους- ξαφνικά φοράνε μαύρα ρούχα- έχει αλλάξει.
– Συχνά φαντάζονται ότι έχει συμβεί κάτι πολύ φοβερό για το οποίο νιώθουν ότι φταίνε εκείνα και πιθανόν να υποφέρουν από εφιάλτες σχετικά με τα φρικτά πράγματα που νομίζουν ότι έχουν συμβεί. Μην ξεχνάτε ότι τα παιδιά μαθαίνουν από τα παραμύθια για ανθρώπους που εξαφανίστηκαν, επειδή κάποιος τους έφαγε ή τους πέταξε σε ένα πηγάδι. Μπορεί να πιστεύουν ότι κάτι τέτοιο συνέβη και στο πρόσωπο που χάθηκε.
– Παρερμηνεύουν τις εκδηλώσεις πένθους των ενηλίκων ως ασθένεια. Δεδομένου ότι μόλις έχουν βιώσει μία απώλεια, το άγχος τους για την υγεία των υπόλοιπων αγαπημένων τους προσώπων εντείνεται.
– Καλύπτουν τα συναισθήματα τους είτε για να προστατεύσουν το γονέα που τον βλέπουν φορτισμένο, είτε γιατί ντρέπονται, και έτσι υποφέρουν μόνα τους χωρίς να ζητήσουν βοήθεια.
– Παιδιά τα οποία έχασαν τον ένα γονέα ενδέχεται να παρουσιάσουν τάση και ανάγκη προσκόλλησης στον άλλο, καθώς φοβούνται ότι μπορεί να χάσουν και αυτόν.
– Πιθανόν να έχουν φοβίες στο μέλλον, να παρουσιάσουν δυσκολία συγκέντρωσης, αϋπνίες, χαμηλή σχολική επίδοση, επιθετικότητα ή να εκδηλώσουν συμπεριφορές προηγούμενων σταδίων ανάπτυξης.
Είναι απαραίτητο λοιπόν τα παιδιά να είναι ενήμερα γι’ αυτό που συμβαίνει, και η ενημέρωση να γίνεται με βάση την ηλικία του παιδιού και την ικανότητα του να αντιλαμβάνεται τον θάνατο. Είναι καλό να γνωρίζετε ότι:
– Τα παιδιά προσχολικής ηλικίας αντιλαμβάνονται το θάνατο ως απουσία αλλά δεν κατανοούν ότι ο θάνατος είναι οριστικός. Πιστεύουν ότι αυτός που πέθανε, θα επιστρέψει και ότι εξακολουθεί να ζει, να σκέφτεται και να αισθάνεται εκεί που βρίσκεται.
– Τα παιδιά προσχολικής ηλικίας κατανοούν ότι ο θάνατος είναι μη αναστρέψιμος, αλλά θεωρούν ότι συμβαίνει μόνο στους άλλους.
– Οι έφηβοι έχουν κατανοήσει την έννοια του θανάτου και αντιλαμβάνονται μεταφυσικές και συμβολικές ερμηνείες του θανάτου.
Με βάση τα παραπάνω, θα πρέπει:
– Η ενημέρωση να γίνεται άμεσα χωρίς καθυστερήσεις, με ειλικρίνεια για το τι συνέβη και πως, και με λόγια κατανοητά για το παιδί. Κυρίως στα μικρά παιδιά, θα πρέπει να δοθεί προσοχή σε λεπτομέρειες ιατρικές που πιθανόν να αγχώσουν και να μπερδέψουν το παιδί. Για παράδειγμα, δεν χρειάζεται ένα πολύ μικρό παιδί να ακούσει ότι «η καρδιά του κουράστηκε» ή ότι «δεν μπορούσε να αναπνεύσει». Αυτό που είναι σημαντικό να ακουστεί είναι ότι «δεν θα είναι πια μαζί μας, δεν θα ξανάρθει».
– Να χρησιμοποιούνται λέξεις που δηλώνουν ότι κάτι έγινε, όπως, «πέθανε», «θάνατος» και όχι ασαφείς λέξεις όπως, «έφυγε», διότι το παιδί πρέπει να καταλάβει ότι δεν θα ξαναγυρίσει αυτός που έφυγε όσο κι αν ψάξει.
– Να εξηγείτε ότι το παιδί δεν ευθύνεται γι’ αυτό που συνέβη. Είναι συχνό φαινόμενο να αισθάνονται ενοχή τα παιδιά, ακόμα και οι έφηβοι, οι οποίοι συνειδητά ή ασυνείδητα μπορεί να επικρίνουν τον εαυτό τους για τη συναισθηματική τους απομάκρυνση από την οικογένεια.
– Να δίνεται χρόνος, ώστε το παιδί να εκφράζει τα συναισθήματα του και να διατυπώνει ερωτήσεις. Να αποφεύγονται υποδείξεις για το πώς αισθάνεται ή προτροπή να μην αισθάνεται ή να μην το σκέφτεται.
– Να επαναλαμβάνονται πληροφορίες που ήδη έχουν δοθεί, κάθε φορά που το παιδί ξαναρωτά στην προσπάθεια του να καταλάβει τι συνέβη. Κάθε παιδί έχει το δικό του ρυθμό να απορροφά πληροφορίες και να κατανοεί.
– Ο ενήλικας που μιλάει για το παιδί του να μη διστάζει να μοιράζεται μαζί του τις δικές του σκέψεις και συναισθήματα, ακόμα και να κλαίει μαζί του, αποφεύγοντας φυσικά την υπερβολή στην έκφραση των συναισθημάτων του. Αυτό βοηθάει το παιδί να νιώσει ότι δεν είναι μόνο του και ότι μπορεί αν έχει τα ανάλογα συναισθήματα.
– Στην περίπτωση που πρόκειται για το θάνατο ενός γονέα να ενημερώνεται για το τι θα συμβεί στο μέλλον: τι πρόκειται να αλλάξει και τι θα μείνει σταθερό. Πρακτικά θέματα διαβίωσης, οικονομική εξασφάλιση, καινούργιος καταμερισμός ευθυνών, όλα μπορούν να απασχολούν το παιδί και πρέπει αφενός να καθησυχάζεται και αφετέρου να απαλλάσσεται από άγχη που δεν πρέπει να έχει.
– Να επιτρέπετε στο παιδί να συμμετάσχει στην κηδεία, εφόσον το επιθυμεί, αφού προετοιμαστεί κατάλληλα.
Κατά τη διάρκεια αυτής της διαδικασίας είναι σημαντικό οι γονείς, που συχνά είναι απορροφημένοι από τα δικά τους συναισθήματα, να ζητούν βοήθεια και να αντλούν δύναμη από το στενό τους περιβάλλον. Εκτός από τους συγγενείς και φίλους, οι δάσκαλοι και οι ειδικοί σύμβουλοι και ψυχολόγοι μπορούν να τους στηρίξουν και να μοιραστούν το δύσκολο έργο της στήριξης των παιδιών τους για την απώλεια που βιώνουν.
Διεπιστημονική Ομάδα της Τηλεφωνικής Συμβουλευτικής Υπηρεσίας της Ε.Ψ.Υ.Π.Ε.
Απόσπασμα από το Βιβλίο της Τηλεφωνικής Συμβουλευτικής Γραμμής-Σύνδεσμος:
«Πώς να μιλήσετε σε ένα παιδί για…», Εκδόσεις ΕΨΥΠΕ/ΚΟΑΝ
Ο θάνατος ενός γονιού, ενός συγγενικού ή αγαπημένου φιλικού προσώπου είναι ένα οδυνηρό γεγονός των παιδιών και των εφήβων, αλλά και όλης της οικογένειας. Οι γονείς, και όσοι βρίσκονται κοντά στα παιδιά, αναρωτιούνται αν μπορούν να τους μιλήσουν για το θάνατο, για το τι θα καταλάβουν και ποιες επιπτώσεις θα έχει η απώλεια στην ψυχική τους υγεία. Πολλές φορές νομίζουν ότι προφυλάσσουν τα παιδιά τους με το να αποκρύψουν την αλήθεια για την απώλεια ή με το να δώσουν ψεύτικες πληροφορίες. Η πιο συνηθισμένη φράση που λένε οι μεγάλοι στα παιδιά είναι: «Ο μπαμπάς σου θα πάει ένα μακρινό ταξίδι», το οποίο μπορεί να σημαίνει για το παιδί ότι ο μπαμπάς θα επιστρέψει, όπως έκανε παλιά με ένα ταξίδι.
Στην πραγματικότητα, η απόκρυψη της αλήθειας είναι αυτή που δυσκολεύει τη θέση των παιδιών και δημιουργεί πρόσθετα προβλήματα. Ας δούμε τι μπορεί να σκέφτονται τα παιδιά:
– Τα παιδιά αντιλαμβάνονται ότι κάτι έχει αλλάξει: δεν βλέπουν πια το πρόσωπο που πέθανε και δεν ξέρουν γιατί. Κανείς δεν τους έχει εξηγήσει, γιατί η έκφραση στα πρόσωπα των μελών της οικογένειας, η διάθεση τους, όπως και το ντύσιμό τους- ξαφνικά φοράνε μαύρα ρούχα- έχει αλλάξει.
– Συχνά φαντάζονται ότι έχει συμβεί κάτι πολύ φοβερό για το οποίο νιώθουν ότι φταίνε εκείνα και πιθανόν να υποφέρουν από εφιάλτες σχετικά με τα φρικτά πράγματα που νομίζουν ότι έχουν συμβεί. Μην ξεχνάτε ότι τα παιδιά μαθαίνουν από τα παραμύθια για ανθρώπους που εξαφανίστηκαν, επειδή κάποιος τους έφαγε ή τους πέταξε σε ένα πηγάδι. Μπορεί να πιστεύουν ότι κάτι τέτοιο συνέβη και στο πρόσωπο που χάθηκε.
– Παρερμηνεύουν τις εκδηλώσεις πένθους των ενηλίκων ως ασθένεια. Δεδομένου ότι μόλις έχουν βιώσει μία απώλεια, το άγχος τους για την υγεία των υπόλοιπων αγαπημένων τους προσώπων εντείνεται.
– Καλύπτουν τα συναισθήματα τους είτε για να προστατεύσουν το γονέα που τον βλέπουν φορτισμένο, είτε γιατί ντρέπονται, και έτσι υποφέρουν μόνα τους χωρίς να ζητήσουν βοήθεια.
– Παιδιά τα οποία έχασαν τον ένα γονέα ενδέχεται να παρουσιάσουν τάση και ανάγκη προσκόλλησης στον άλλο, καθώς φοβούνται ότι μπορεί να χάσουν και αυτόν.
– Πιθανόν να έχουν φοβίες στο μέλλον, να παρουσιάσουν δυσκολία συγκέντρωσης, αϋπνίες, χαμηλή σχολική επίδοση, επιθετικότητα ή να εκδηλώσουν συμπεριφορές προηγούμενων σταδίων ανάπτυξης.
Είναι απαραίτητο λοιπόν τα παιδιά να είναι ενήμερα γι’ αυτό που συμβαίνει, και η ενημέρωση να γίνεται με βάση την ηλικία του παιδιού και την ικανότητα του να αντιλαμβάνεται τον θάνατο. Είναι καλό να γνωρίζετε ότι:
– Τα παιδιά προσχολικής ηλικίας αντιλαμβάνονται το θάνατο ως απουσία αλλά δεν κατανοούν ότι ο θάνατος είναι οριστικός. Πιστεύουν ότι αυτός που πέθανε, θα επιστρέψει και ότι εξακολουθεί να ζει, να σκέφτεται και να αισθάνεται εκεί που βρίσκεται.
– Τα παιδιά προσχολικής ηλικίας κατανοούν ότι ο θάνατος είναι μη αναστρέψιμος, αλλά θεωρούν ότι συμβαίνει μόνο στους άλλους.
– Οι έφηβοι έχουν κατανοήσει την έννοια του θανάτου και αντιλαμβάνονται μεταφυσικές και συμβολικές ερμηνείες του θανάτου.
Με βάση τα παραπάνω, θα πρέπει:
– Η ενημέρωση να γίνεται άμεσα χωρίς καθυστερήσεις, με ειλικρίνεια για το τι συνέβη και πως, και με λόγια κατανοητά για το παιδί. Κυρίως στα μικρά παιδιά, θα πρέπει να δοθεί προσοχή σε λεπτομέρειες ιατρικές που πιθανόν να αγχώσουν και να μπερδέψουν το παιδί. Για παράδειγμα, δεν χρειάζεται ένα πολύ μικρό παιδί να ακούσει ότι «η καρδιά του κουράστηκε» ή ότι «δεν μπορούσε να αναπνεύσει». Αυτό που είναι σημαντικό να ακουστεί είναι ότι «δεν θα είναι πια μαζί μας, δεν θα ξανάρθει».
– Να χρησιμοποιούνται λέξεις που δηλώνουν ότι κάτι έγινε, όπως, «πέθανε», «θάνατος» και όχι ασαφείς λέξεις όπως, «έφυγε», διότι το παιδί πρέπει να καταλάβει ότι δεν θα ξαναγυρίσει αυτός που έφυγε όσο κι αν ψάξει.
– Να εξηγείτε ότι το παιδί δεν ευθύνεται γι’ αυτό που συνέβη. Είναι συχνό φαινόμενο να αισθάνονται ενοχή τα παιδιά, ακόμα και οι έφηβοι, οι οποίοι συνειδητά ή ασυνείδητα μπορεί να επικρίνουν τον εαυτό τους για τη συναισθηματική τους απομάκρυνση από την οικογένεια.
– Να δίνεται χρόνος, ώστε το παιδί να εκφράζει τα συναισθήματα του και να διατυπώνει ερωτήσεις. Να αποφεύγονται υποδείξεις για το πώς αισθάνεται ή προτροπή να μην αισθάνεται ή να μην το σκέφτεται.
– Να επαναλαμβάνονται πληροφορίες που ήδη έχουν δοθεί, κάθε φορά που το παιδί ξαναρωτά στην προσπάθεια του να καταλάβει τι συνέβη. Κάθε παιδί έχει το δικό του ρυθμό να απορροφά πληροφορίες και να κατανοεί.
– Ο ενήλικας που μιλάει για το παιδί του να μη διστάζει να μοιράζεται μαζί του τις δικές του σκέψεις και συναισθήματα, ακόμα και να κλαίει μαζί του, αποφεύγοντας φυσικά την υπερβολή στην έκφραση των συναισθημάτων του. Αυτό βοηθάει το παιδί να νιώσει ότι δεν είναι μόνο του και ότι μπορεί αν έχει τα ανάλογα συναισθήματα.
– Στην περίπτωση που πρόκειται για το θάνατο ενός γονέα να ενημερώνεται για το τι θα συμβεί στο μέλλον: τι πρόκειται να αλλάξει και τι θα μείνει σταθερό. Πρακτικά θέματα διαβίωσης, οικονομική εξασφάλιση, καινούργιος καταμερισμός ευθυνών, όλα μπορούν να απασχολούν το παιδί και πρέπει αφενός να καθησυχάζεται και αφετέρου να απαλλάσσεται από άγχη που δεν πρέπει να έχει.
– Να επιτρέπετε στο παιδί να συμμετάσχει στην κηδεία, εφόσον το επιθυμεί, αφού προετοιμαστεί κατάλληλα.
Κατά τη διάρκεια αυτής της διαδικασίας είναι σημαντικό οι γονείς, που συχνά είναι απορροφημένοι από τα δικά τους συναισθήματα, να ζητούν βοήθεια και να αντλούν δύναμη από το στενό τους περιβάλλον. Εκτός από τους συγγενείς και φίλους, οι δάσκαλοι και οι ειδικοί σύμβουλοι και ψυχολόγοι μπορούν να τους στηρίξουν και να μοιραστούν το δύσκολο έργο της στήριξης των παιδιών τους για την απώλεια που βιώνουν.
Διεπιστημονική Ομάδα της Τηλεφωνικής Συμβουλευτικής Υπηρεσίας της Ε.Ψ.Υ.Π.Ε.
Απόσπασμα από το Βιβλίο της Τηλεφωνικής Συμβουλευτικής Γραμμής-Σύνδεσμος:
«Πώς να μιλήσετε σε ένα παιδί για…», Εκδόσεις ΕΨΥΠΕ/ΚΟΑΝ